Πάλιν και πολλάκις
«έτοιμοι…αεί προς απολογίαν παντί τω αιτούντι».
Απαντήσεις στην επιστολή
του αρχ. Θεοφίλου Λεμοντζή.
του αρχιμ. Παύλου Δημητρακόπουλου
Πανοσιολογιώτατε π. Θεόφιλε, ευλογείτε, η Χάρις του Θεού να είναι μαζί σου.
Ανέγνωσα την επιστολή σου, μέσω διαδικτύου, με την οποίαν επιζητείς να αποκαταστήσεις δήθεν την αλήθεια στο σχόλιό μου, όπου αναφέρομαι στο πρόσωπό σου σε προηγούμενο άρθρο μου.
Παράλληλα παραθέτεις μία προσωπική σου κατάθεση σχετικά με τον Μητροπολίτη Βεροίας, και με βάση τα παραπάνω, βγάζεις αμέσως το συμπέρασμα, πολύ πρόχειρα βέβαια και επιπόλαια, όπως θα φανεί στη συνέχεια, ότι ο Δεσπότης σου «δέχεται άδικη επίθεση».
Κατ’ αρχήν, αγαπητέ αδελφέ, νομίζω, ότι δεν αποδίδεις επακριβώς την αλήθεια ως προς το περιεχόμενο της τηλεφωνικής επικοινωνίας μας. Βέβαια δεν υπάρχει τρόπος να αποδείξω αντικειμενικά, τι ακριβώς ελέχθη κατ’ αυτήν, αφού ούτε εγώ ούτε εσύ είχαμε την δυνατότητα να την ηχογραφήσουμε, ούτε άλλα πρόσωπα ήταν δυνατόν να την ακούσουν.
Εκείνο όμως, το οποίο έμεινε ανεξίτηλα χαραγμένο στη μνήμη μου και μπορώ να βεβαιώσω με πάσαν ειλικρίνεια ενώπιον του Θεού, είναι ένα επαινετικό σχόλιό σου, το οποίο βέβαια ουδέποτε επίστευσα, ότι αρμόζει στο πρόσωπό μου, το αναφέρω όμως για την αποκατάσταση της αλήθειας και μόνον:
Αφού εξέφρασα την χαρά μου, διότι με αξίωσε ο Θεός να διωχθώ για την αλήθεια της πίστεως, απήντησες: «Τι να κάνουμε αδελφέ μου, εμείς δεν μπορούμε να σε φθάσουμε». Με τον έπαινο αυτό αναγνωρίζεις, ότι όσα είπα στην ιερατική Σύναξη του Μαΐου 2010, ήταν μία πράξη ομολογίας πίστεως και καταγγελίας της αιρέσεως, που είχε σαν συνέπεια έναν άδικο διωγμό, ότι η πράξη αυτή είναι μεν επιθυμητή και από σένα, αλλά υπερβαίνει τα πνευματικά σου μέτρα, αφού όπως είπες, δεν μπορείς να με φθάσεις.
Πως τώρα αγαπητέ αδελφέ, ο έπαινος αυτός συμβιβάζεται με τα αποδοκιμαστικά σχόλια, τα οποία αναφέρεις στην επιστολή σου και με τα οποία προσπαθείς ουσιαστικά να δικαιώσεις τον Δεσπότη σου;
Πως είναι δυνατόν από τη μία πλευρά να με ελέγχεις, «ότι δεν έπρεπε να φθάσω σε οριακές καταστάσεις» και από την άλλη να με επαινείς με την παρά πάνω φράση σου;
Με το τηλεφώνημά σου ή εδικαίωσες εμένα, ή τον Δεσπότη σου. Δεν μπορούν να γίνουν και τα δύο. Αυτό λέγει η κοινή λογική. Εκτός και αν υποκρινόσουν ή με ειρωνευόσουν, οπότε αμάρτησες βαρύτερα, πράγμα που δεν θέλω να το πιστεύσω.
Έρχομαι στην κατάθεσή σου για τον Μητροπολίτη Βεροίας. Δεν γνωρίζω το περιστατικό με τον αρχιεπίσκοπο Θυατείρων κ. Αθηναγόρα. Εάν αυτό αληθεύει, τότε ο Δεσπότης σου είναι αξιέπαινος.
Ωστόσο, αγαπητέ αδελφέ, δεν έχει σημασία το τι έλεγε, ή τι έπραττε πριν 35 χρόνια ως απλός ιερέας, αλλά το τι λέγει και τι πράττει σήμερα ως επίσκοπος. Και τούτο, διότι ίδιον της ανθρωπίνης φύσεως είναι το τρεπτόν και μεταβαλλόμενον. Το ότι δηλαδή ο άνθρωπος πολλές φορές παρα-σύρεται και συμβιβάζεται με ένοχους συμβιβασμούς, πιεζόμενος από συνθήκες και περιστάσεις, από πρόσωπα και γεγονότα.
Όταν μάλιστα συμβαίνει να είναι και επίσκοπος, με ποίμνιο πολλών χιλιάδων ψυχών, το πράγμα παίρνει άλλες διαστά-σεις, πολύ μεγαλύτερες. Στην περίπτωση αυτή σχοινοβατεί κυριολεκτικά πάνω σε τεντωμένο σχοινί, διότι γίνεται περίβλεπτος από όλους και ο κίνδυνος του σκανδαλισμού ψυχών είναι μέγας. Όταν πάλι συμβαίνει να κατηγορείται για θέματα πίστεως, για θέματα αιρέσεων, τότε το πράγμα παίρνει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις.
Στην περίπτωση αυτή δεν έχει δικαίωμα να χαράσσει δικές του γραμμές, αλλά είναι υποχρεωμένος να βαδίσει πάνω στις εντολέ ς του ευαγγελίου, στα χνάρια των αγίων Πατέρων και στους ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας. Έχει χρέος να υπερασπιστεί την ακεραιότητα της Ορθοδόξου πίστεως ως υπέρτατο καθήκον. Να επισημάνει και να καταπολεμήσει την αίρεση και όχι να την σκεπάζει, ή, ακό-μη χειρότερα, να απαγορεύει κάθε προσπάθεια αντιαιρετικού αγώνος, έστω και αν χρειαστεί να θυσιάσει τον αρχιερατικό του θρόνο, ή και την ίδια του την ζωή.
Λέγεις, ότι ο Δεσπότης σου έκαμε υπακοή στον πνευματικό του και στον πρώην Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Παντελεήμονα. Σύμφωνοι.
Πού είναι λοιπόν τώρα η υπακοή του στους ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας, που απαγορεύουν τις συ-μπροσευχές με αιρετικούς; Γιατί κατεπάτησε τους εν λόγω ιερούς Κανόνες στο συλλείτουργο της 30ης Νοεμβρίου 2009 στο Φανάρι, προκαλώντας έτσι τεράστιο σκάνδαλο;
Πού είναι η υπακοή του στις φρικτές υποσχέσεις, που έδωσε κατά την ώρα της χειροτονίας του, ότι θα φυλάξει την Ορθόδοξη πίστη ως κόρην οφθαλμού; Αυτά και ως προς την κατάθεσή σου.
Όσο για το «σίριαλ επιστολών», που αναφέρεις, έχω να πω τα εξής: Δεν καταξιώνεσαι στη συνείδηση του πιστού λαού του Θεού, ούτε πρόκειται να πείσεις κανέναν, απορρίπτοντας αυτές μ’ έναν απαξιωτικό χαρακτηρισμό.
Εάν όσα γράφω σ’ αυτές είναι λάθος, απόδειξέ το, αφού μάλιστα είσαι ο καθ’ ύλην αρμόδιος, ο ειδήμων, επί θεμάτων αιρέσεων. Εάν όμως είναι ορθά, γιατί τις απορρίπτεις;
Κατανοώ την δύσκολη θέση, στην οποία βρίσκεσαι. Εάν δικαιώσεις εμένα, μοιραία θα βρεθείς αντιμέτωπος με τον Δεσπότη σου. Οπότε διακινδυνεύεις όχι μόνον την εκκλησιαστική σου σταδιοδρομία, αλλά και το ενδεχόμενο να βρεθείς ξαφνικά με το απολυτήριο στο χέρι.
Σε ασπάζομαι μετά της εν Χριστώ αγάπης.
Αρχ. Παύλος.